Το νόημα της ζωής

 

        Κάποτε , σε ένα μικρό χωριό κάπου  στην Κρήτη , διέμεναν δύο ορφανές  αδερφές , η Μελίνα και η Ελπίδα . Τα δύο κορίτσια , μετά τον θάνατο των γονιών τους , που τους αποχαιρέτησαν σε μια δύσκολη και τρυφερή ηλικία,    δημιούργησαν έναν  ισχυρό αδελφικό δεσμό .Την ημέρα  του μοιραίου δυστυχήματος , οι δύο αδελφές υποσχέθηκαν πως στην υπόλοιπη ζωή τους δεν θα επέτρεπαν στον οποιοδήποτε να χωρίσει τους δρόμους τους .

       Οι δύο κοπέλες , στηριζόμενες στις δικές τους δυνάμεις αποκαταστάθηκαν πλήρως επαγγελματικά καθώς και κοινωνικά . Για να παρέχουν τα  αναγκαία στο σπιτικό τους , εκτός από την βασική τους εργασία  ασχολούνταν και με την προσφορά  οικιακών υπηρεσιών σε γειτονικά σπίτια .Συνήθεια των κοριτσιών  ήταν , το βράδυ να μοιράζονται τις εμπειρίες της ημέρας κάτω από το τζάκι , με ζεστή σοκολάτα και κουλουράκια . Τα κορίτσια είχαν ενταχθεί πλήρως στην  καθημερινότητα . Έναρξη της ημέρας τους , αποτελούσαν κάποια μαθήματα που παρακολουθούσαν με σκοπό να  εξελιχθούν περισσότερο πάνω στο επάγγελμα τους . Έπειτα ,επιστρέφοντας από την βασική τους εργασία , η μέρα  τους κυλούσε με την δεύτερη ασχολία η οποία ήταν η παροχή οικιακών υπηρεσιών σε γειτονικά σπίτια με ιδιοκτήτριες ανήμπορες κυρίες με αρκετά προβλήματα υγείας . Ήταν μια αρκετά περίπλοκη και απαιτητική διαδικασία η οποία συνοδευόταν από κούραση ,εξάντληση και αρκετές φορές από πόνους σε ολόκληρο το σώμα . Έτσι λοιπόν , η πιεστική καθημερινότητα δες επέτρεπε στα δύο κορίτσια να διαθέτουν χρόνο για τον εαυτό τους . Μη μπορώντας να δημιουργήσουν νέο τρόπο ζωής  καθώς δεν τους το επέτρεπε η κατάσταση στην οποία βρισκόταν τα οικονομικά τους , συνέχισαν τον συγκεκριμένο τρόπο ζωής . Οι ίδιες ,δεν το έβαλαν ποτέ κάτω , καθώς πίστευαν στον εαυτό τους και στις ικανότητες τους και δεν ήθελαν σε καμία περίπτωση να γίνουν βάρος σε κάποιους μακρινούς συγγενείς που είχαν απομείνει .

        Ένα βράδυ όμως και ενώ όλα κυλούσαν σε φυσιολογικούς ρυθμούς , η Μελίνα , η μεγάλη αδερφή , άργησε να επιστρέψει από την νυκτερινή της βάρδια στο σπίτι της κυρίας Θεοδώρας που βρισκόταν είκοσι λεπτά μακριά από το σπίτι της. Η μικρή αδελφή , η Ελπίδα , βρισκόταν  σε τεράστια αγωνία καθώς γνώριζε ότι η Μελίνα θα επέστρεφε στο σπίτι  κάποια συγκεκριμένη ώρα . Η πρώτη σκέψη της ήταν πως η αδερφή της θα παρέμεινε στο σπίτι της κυρίας Θεοδώρας με σκοπό πέρα από την καθαρότητα του σπιτιού , να την βοηθήσει με τις προετοιμασίες του μπουφέ των αρραβώνων του γιου της . Ο χρόνος κυλούσε και την έζωναν περισσότερο τα φίδια για το τι απέγινε η αδερφή της . Αποφάσισε να επισκεφτεί το σπίτι της κυρίας Θεοδώρας . Έπειτα , σκέφτηκε ότι αυτό που θα εμπόδιζε αυτή την  επίσκεψη ήταν η βροχή , καθώς το σπίτι βρισκόταν μακριά και δεν διέθετε κάποιο μέσο μεταφοράς . 

 Για το καλό της αδερφής της , η Ελπίδα , αποφάσισε να πάρει μόνη τους δρόμους για το σπίτι  της κύριας Θεοδώρας. Μόλις έφτασε  στο σπίτι , χτύπησε το κουδούνι αλλά  κανείς δεν ανταποκρίθηκε . Σε εκείνο το σημείο , η αγωνία της  κορυφώθηκε . Μη ξέροντας τι άλλο πια να κάνει , επέστρεψε γεμάτη φόβο στο πατρικό της . Οι ώρες περνούσαν χωρίς να εμφανίζονται  ίχνη της αδερφής της . Αργότερα ,δέχτηκε ένα τηλεφώνημα . Την κάλεσαν από ένα τοπικό νοσοκομείο για να την ενημερώσουν πως η αδερφή της έχει τραυματιστεί  σοβαρά . Χωρίς δεύτερη σκέψη , έσπευσε προς το νοσοκομείο , μέσα  στο σκοτάδι , με μόνο σύμμαχο τις θετικές της σκέψεις . Μόλις έφτασε στο νοσοκομείο , γεμάτη ταραχή , επικοινώνησε με ένα  από τους γιατρούς . Δεν κατάλαβε πολλά. Καθώς περιπλανιόταν στους  διαδρόμους , έπεσε πάνω στην κυρία  Θεοδώρα . Την παρακάλεσε να της εξηγήσει πως έχουν τα πράγματα.

 Εκείνη της είπε ότι καθώς η Μελίνα προσπαθούσε να μετακινήσει ένα βαρύ έπιπλο , πλάκωσε το πόδι της και άρχισε να αιμορραγεί . Επίσης, της εξήγησε ότι δεν έχει κανένα μέρος ευθύνης και πως δεν θα ήθελε ποτέ να βλάψει την Μελίνα .Η Ελπίδα , από την αγωνία της δεν  σταμάτησε να κάνει ερωτήσεις στην κυρία Θεοδώρα , μέχρι που 

 εμφανίστηκε στην αίθουσα αναμονής ένας γιατρός . Με βαριά καρδιά της ανακοίνωσε πως έχουν δημιουργηθεί 

 κάποιες επιπλοκές στα δύο πόδια της Μελίνας , με  αποτέλεσμα να μείνει ανάπηρη. Εκείνη , έβαλε τα  κλάματα . Απογοητεύτηκε,  καθώς βαθιά μέσα της πίστευε ότι υπήρχε μια ελπίδα για να ξαναπερπατήσει η αδερφή της . Φαίνεται , πως κάποια  πράγματα είναι γραφτό της μοίρας μας να συμβούν . Μετά από περίπου μια εβδομάδα , η Μελίνα πήρε εξιτήριο από το νοσοκομείο . Πίσω στο σπίτι , όλα τα βάρη έπεσαν στην  Ελπίδα καθώς έπρεπε να την μετακινεί με το καροτσάκι , να την  βοηθά με την περιποίηση του σώματος της , να της μαγειρεύει, να  κάνει μόνη της όλες τις δουλειές του σπιτιού . Εφόσον η Μελίνα δεν μπορούσε πλέον να εργαστεί , θα έπρεπε η Ελπίδα να εργάζεται σκληρά σε καθημερινή βάση με σκοπό να βγάζει χρήματα όχι μόνο για τα αναγκαία αλλά και για τις 

 θεραπείες της αδερφής της . Με την πάροδο του χρόνου , η καθημερινότητα της Ελπίδας άρχισε να γίνεται όλο και πιο δύσκολη . Ξαφνικά , άλλαξε εαυτό. Άρχισε να ξεσπά και να συμπεριφέρεται με άσχημο και  απότομο τρόπο στην αδελφή της .Πλέον , δίσταζε να την βοηθήσει στην μετακίνηση της και να εξυπηρετεί τις υπόλοιπες ανάγκες της . Είχε 

στραφεί σε άλλο άνθρωπο . Ακόμα, σκέφτηκε να την εγκαταλείψει . Έσπασε τον όρκο που είχαν δώσει μετά την απώλεια των γονιών τους. Μέρα με την μέρα άρχισε να γίνεται πιο απότομη και προσβλητική  απέναντι στην Μελίνα , η οποία μη μπορώντας να κάνει κάτι υπέμενε  στην συμπεριφορά της αδερφής της . Από την άλλη μεριά , η Μελίνα έμεινε έκπληκτη καθώς δεν μπορούσε να βρει κάποια εξήγηση για το γεγονός αυτής της αλλαγής της αδερφής της.

        Ένα αναπάντεχο τηλεφώνημα από το νοσοκομείο , έφερε τα πάνω κάτω στο σπιτικό τους. Ήταν ένας γιατρός  ο οποίος ανακοίνωσε στις δύο  αδελφές ότι θα έπρεπε η Μελίνα να  μεταφερθεί στο εξωτερικό για να  ξαναπερπατήσει . Από την λήξη του τηλεφωνήματος και μετά , η Ελπίδα ήταν αρκετά οργισμένη καθώς δεν διέθεταν αυτή την οικονομική δυνατότητα και το μόνο που θα μπορούσαν να πουλήσουν με αντάλλαγμα χρήματα ήταν το πατρικό τους σπίτι . Η Ελπίδα δεν  συμφωνούσε σε καμία περίπτωση να συμβεί κάτι τέτοιο . Η σκληρή συμπεριφορά της επέμενε . Αμέσως μετά , χτύπησε το κουδούνι . Ήταν η κυρία Θεοδώρα η οποία είχε αντιληφθεί την συμπεριφορά της Ελπίδας απέναντι  στην Μελίνα και σκέφτηκε να προσπαθήσει να της αλλάξει γνώμη . Οι δύο αδελφές της εξήγησαν πως η 

 μετακίνηση της Μελίνας στο εξωτερικό απαιτεί αρκετά χρήματα τα οποία δυστυχώς δεν διέθεταν.  Η κυρία Θεοδώρα έπαιξε σπουδαίο ρόλο ανάμεσα στις δύο αδελφές . Πρότεινε να καλύψει όλα τα έξοδα της Μελίνας σχετικά με την

αντιμετώπιση του προβλήματος υγείας της ,μέσα από την σύνταξη της . Οι δύο αδελφές έμειναν έκπληκτες καθώς τα έξοδα ήταν αρκετά . Επιπλέον , η κυρία Θεοδώρα υπενθύμισε στις δύο κοπέλες τον  όρκο που είχαν δώσει κάποτε και πως  σε αυτή την εξαιρετικά  δύσκολη στιγμή , θα πρέπει να  παραμείνουν ενωμένες. Τα δύο κορίτσια αγκαλιάστηκαν σφιχτά και γρήγορα συνειδητοποίησαν πως αυτό είναι το νόημα της ζωής τους : η μία είναι φτιαγμένη για την άλλη . Αφού πέρασε ένας ολόκληρος χρόνος , η Μελίνα κατάφερε και πάλι να αισθανθεί την χαρά της κίνησης. Ήταν εμφανές πως όλα τα χρωστούσαν στην κυρία Θεοδώρα η οποία μεσολάβησε και για την επανασύνδεση τους .          

 Τελικά , αυτό είναι το νόημα της ζωής ,να έχουμε γύρω μας ανθρώπους οι οποίοι με τον δικό τους μοναδικό τρόπο , διαγράφουν από το λεξιλόγιο μας την λέξη δυσκολία ! 

  

  

                                Μαρία Παπαδήμου 

    

                                   Β Γυμνασίου 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου